Η εκλογή του κ. Κυριάκου Μητσοτάκη στην προεδρία της Ν.∆. απετέλεσε πολιτική έκπληξη ολκής. Ανέτρεψε όλα τα προγνωστικά! Και προκαλεί ήδη αλυσιδωτές αντιδράσεις και ζυµώσεις στην πολιτική µας σκηνή. Ιδίως στο εσωτερικό των µικρότερων κοµµάτων του κεντρώου χώρου, βουλευτές των οποίων έσπευσαν να εκδηλώσουν πολιτική συµπάθεια για τον νέο αρχηγό της αξιωµατικής αντιπολίτευσης. Η ανατροπή που πέτυχε ο κ. Μητσοτάκης στο εσωτερικό της παράταξής του οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι η υποψηφιότητά του για την ηγεσία εµφανίστηκε όχι µόνον ως η πλέον ανανεωτική, µε συγκεκριμένο σχέδιο για την αναδιοργάνωση της Ν.∆., αλλά και ως η πλέον πολιτική, µε ενδιαφέρουσες προτάσεις και θέσεις για τα βασικά προβλήµατα της χώρας. Μίλησε συγκεκριμένα και χωρίς περιστροφές, µη διστάζοντας µάλιστα να γίνει δυσάρεστος σε ορισµένα θέµατα και -ακριβώς γι’ αυτό- κέρδισε!
ΤΟ ΕΡΩΤΗΜΑ τώρα είναι...
αν ο κ. Μητσοτάκης θα επιτύχει να ανταποκριθεί στις αυξηµένες προσδοκίες που δηµιούργησε η εκλογή του στους πολίτες που κινούνται ιδεολογικά και πολιτικά στον ευρύτερο χώρο της Κεντροδεξιάς, διευρύνοντας τα πολιτικά και εκλογικά όρια της παράταξής του. Οι περισσότεροι πιστεύουν ότι η Ν.∆. συρρικνώθηκε τα τελευταία χρόνια και οδηγήθηκε σε δύο συνεχόµενες ήττες για έναν -βασικό- λόγο: Στα δυόµισι χρόνια της τελευταίας κυβέρνησής της απώλεσε την επαφή της µε την κοινωνία. ∆ιερράγησαν οι σχέσεις της µε τη µεσαία αστική τάξη, που υπήρξε στο παρελθόν ο προνοµιακός συνοµιλητής της. Βέβαια υπάρχουν και ορισµένοι -κυρίως στο πολιτικό στρατόπεδο Σαµαρά- που στέκονται περισσότερο στο ότι δεν «επικοινωνήθηκε» επαρκώς το έργο των κυβερνήσεών της. Ακόµη και αν ισχύουν και τα δύο, πάντως, «δείχνουν» τον δρόµο που πρέπει να ακολουθήσει τώρα η Ν.∆.: Να αποκαταστήσει τη σχέση της µε την κοινωνία και να επικοινωνήσει πειστικά τη νέα της ταυτότητα.
αν ο κ. Μητσοτάκης θα επιτύχει να ανταποκριθεί στις αυξηµένες προσδοκίες που δηµιούργησε η εκλογή του στους πολίτες που κινούνται ιδεολογικά και πολιτικά στον ευρύτερο χώρο της Κεντροδεξιάς, διευρύνοντας τα πολιτικά και εκλογικά όρια της παράταξής του. Οι περισσότεροι πιστεύουν ότι η Ν.∆. συρρικνώθηκε τα τελευταία χρόνια και οδηγήθηκε σε δύο συνεχόµενες ήττες για έναν -βασικό- λόγο: Στα δυόµισι χρόνια της τελευταίας κυβέρνησής της απώλεσε την επαφή της µε την κοινωνία. ∆ιερράγησαν οι σχέσεις της µε τη µεσαία αστική τάξη, που υπήρξε στο παρελθόν ο προνοµιακός συνοµιλητής της. Βέβαια υπάρχουν και ορισµένοι -κυρίως στο πολιτικό στρατόπεδο Σαµαρά- που στέκονται περισσότερο στο ότι δεν «επικοινωνήθηκε» επαρκώς το έργο των κυβερνήσεών της. Ακόµη και αν ισχύουν και τα δύο, πάντως, «δείχνουν» τον δρόµο που πρέπει να ακολουθήσει τώρα η Ν.∆.: Να αποκαταστήσει τη σχέση της µε την κοινωνία και να επικοινωνήσει πειστικά τη νέα της ταυτότητα.
ΓΙΑ ΝΑ ΓΙΝΟΥΝ, όµως, αυτά, το κόµµα της αξιωµατικής αντιπολίτευσης πρέπει να χαράξει µια νέα πορεία και να προτείνει ένα νέο, εναλλακτικό σχέδιο διακυβέρνησης της χώρας. Οι πολίτες δεν αρκούνται πλέον σε αόριστες και γενικόλογες υποσχέσεις, ούτε γοητεύονται επί µακρόν από πρόσωπα. Λίγη σηµασία έχει γι’ αυτούς ποιος κάθεται κάθε φορά στον προεδρικό θώκο. Αυτό που κυρίως τους ενδιαφέρει είναι αν ο νέος ηγέτης φέρνει µαζί του βάσιµες ελπίδες για µια καλύτερη ζωή ή αν -αντίθετα- µας ζητά απλώς και µόνο να αλλάξουµε γι’ άλλη µια φορά οδηγό, αλλά όχι και πορεία, στον «µονόδροµο των µνηµονίων»... Και βέβαια, µετά από τόσες συνεχείς πολιτικές απογοητεύσεις που υπέστησαν οι Έλληνες τα τελευταία χρόνια, γνωρίζουν πλέον ότι είναι εύκολο να υπόσχεσαι και να εξαγγέλλεις ένα εναλλακτικό εθνικό σχέδιο για την ανάπτυξη της χώρας. Είναι, όµως, εξαιρετικά δύσκολο να το εµπνευστείς και να το «οικοδοµήσεις» πάνω σε γερά θεµέλια ρεαλισµού, να το κοστολογήσεις µε ακρίβεια και να το διατυπώσεις µε συγκροτηµένο, πειστικό και ελκυστικό λόγο.
ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ και το µεγαλύτερο πολιτικό στοίχηµα που έχει µπροστά του ο νέος πρόεδρος της Ν.∆. κ. Κυριάκος Μητσοτάκης. Η ηγεσία του δεν θα κριθεί µόνον, ούτε κυρίως, από τις επιλογές προσώπων. Ούτως ή άλλως, η δεξαµενή από την οποία θα αντλήσει τους συνεργάτες του είναι συγκεκριµένη. Και η ανάγκη να υπηρετήσει την κοµµατική ενότητα -και εποµένως να ισορροπήσει ανάµεσα στις τάσεις που ενυπάρχουν στο εσωτερικό της Ν.∆.- µειώνει τα περιθώριά του για ρηξικέλευθες και «επαναστατικές» επιλογές. Η νέα ηγεσία της κεντροδεξιάς παράταξης θα κριθεί πρώτα στα του οίκου της: Οργανωτική ανασυγκρότηση και οικονοµικό νοικοκύρεµα. Στη συνέχεια θα κριθεί στη Βουλή, από την ποιότητα, τη µαχητικότητα και την αποτελεσµατικότητα της αντιπολίτευσης που θα ασκήσει. Και βέβαια, θα αξιολογηθεί επίσης µε βάση τις σχέσεις που θα αναπτύξει και τις παρεµβάσεις που θα κάνει στο εξωτερικό υπέρ των εθνικών συµφερόντων.
ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ και καθοριστικό µέτωπο, όµως, στο οποίο θα δώσει εξετάσεις ο νέος αρχηγός της αξιωµατικής αντιπολίτευσης δεν είναι ούτε το κόµµα, ούτε η Βουλή, ούτε η διεθνής πολιτική σκηνή. Είναι η κοινωνία. Οι πολίτες περιµένουν µε αγωνία και µε ελπίδα το πολιτικό του σχέδιο για την επόµενη µέρα της χώρας. Αν δεν τους πείσει ότι έχει σοβαρές και αξιόπιστες προτάσεις για την ανεργία, την πείνα, την ανέχεια, τη διαφθορά, τη διαπλοκή, αλλά και αποτελεσµατικές λύσεις για τη βελτίωση των υποβαθµισµένων υπηρεσιών που τους παρέχει σήµερα το κράτος στην υγεία και την παιδεία, το πέρασµά του από την ηγεσία της παράταξής του θα είναι και σύντοµο και ανάξιο λόγου. Η κοινωνική ευαισθησία είναι το µέγα ζητούµενο της εποχής. Και χωρίς αυτήν καµιά ψυχρή «µεταρρύθµιση» δεν πρόκειται να συγκινήσει και εποµένως να κινητοποιήσει τους πολίτες. Ας το γνωρίζει ο κ. Κυριάκος Μητσοτάκης! Και ας τείνει από αύριο ευήκοον ους στους προβληµατισµούς και τις αγωνίες µιας κοινωνίας, που πορεύεται επί έξι συνεχή χρόνια στα σκοτεινά µονοπάτια της κρίσης και της ύφεσης... Αλλος δρόµος πολιτικής επιτυχίας δεν υπάρχει!